Τέσσερα λίμερικς

1
Ήταν ένας γέροντας από τη Μομπάσα
κι ένας διάκος από τη Μαλακάσα.
Συναντηθήκαν σε χαμάμ,
παντρεύτηκαν στο Άμστερνταμ
και ράψαν ασορτί ροζ ράσα.

2
Ήταν ένας μπάτσος από το Τιμπουκτού,
περιπολούσε μ’ ένα μαύρο Σουμπαρού.
Μέγας καργιόλης και ρεμάλι,
τον έτρεμε όλο το Μάλι,
πήδαγε και την κόρη του Αρχηγού.

3
Ήταν μια πόρνη από την Μπουζουμπούρα,
πάντα εξυπηρετική και ντούρα.
Αλλά μια μέρα, απ’ το Καρούτσι,
σκάσαν ογδόντα Χούτου κι οχτώ Τούτσι.
Ε, τότε τα ’δε αλήθεια λίγο σκούρα.

4
Ήταν ένας παγωτατζής απ’ το Μπετόλο,
που του ’λαχε να κυβερνήσει στόλο.
Κι ήθελε σώνει και καλά
να τον φισκάρει παγωτά
κι έτσι τον έστειλαν στον Βόρειο Πόλο.

(Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τεφλόν, τεύχος 4)